Μονή Δαφνίου 1865
«To αγέρι ήταν κρύο και τα σύννεφα έγραφαν μαύρες σκιές στα γυμνά βουνά. Κοντά μας σε μεγάλη έκταση απλώνονταν τα ερείπια του μοναστηριού. Ψηλά τείχη, που στις σχισμάδες τους φύτρωναν θάμνοι και περικοκλάδες, το περιτριγύριζαν. Εκεί κοντά είχαν κτίσει δύο ξύλινες παράγκες. Η μία ήταν κάτι σαν καφενείο κι η άλλη πάλι ένα είδος μαγαζιού για τους μοναχικούς ταξιδιώτες. Οι ξύλινες αυτές παράγκες κοντά στα χαλάσματα έβαζαν, θαρρείς, στο τοπίο την τελευταία πινελιά της ελληνικής μελαγχολίας».
Όταν ο Andersen με τους συνοδοιπόρους του, τον Ludwig Ross και τονΈλληνα καθηγητή Φίλιππο Ιωάννου, μπήκε στην αυλή του μοναστηριού, συνάντησε εικόνα ακόμα μεγαλύτερης εγκατάλειψης:
«Μπήκαμε στην αυλή της μονής. Παντού φύτρωναν ως μία πήχη τσουκνίδες, που έκρυβαν ανάμεσά τους ξέσκεπα, άφραγα πηγάδια. Προχωρούσαμε προσεκτικά βήμα προς βήμα, μη βουλιάξουμε. Έτσι φτάσαμε στο απέναντι τείχος. Από κει μας φάνηκε πως θα ανεβαίναμε ευκολώτερα και σε λίγο φτάσαμε στη μισογκρεμισμένη στέγη της εκκλησίας. Όσο καταστραμμένο ήταν το κτίριο, τόσο πυκνόφυτη βλάστηση το σκέπαζε. To σκέπασμα μιας αρχαίας μαρμάρινης σαρκοφάγου, ανάποδα βαλμένο, ήταν το πρώτο σκαλοπάτι εδώ πάνω. Ένα άλλο πάλι πιο κάτω ήταν από κομμάτια μιας ραβδωτής κολόνας από πορφυρίτη. Ρεζεντά, σαπουνόχορτα, τσουκνίδες φύτρωναν παντού. Οι νυχτερίδες πετούσαν μέρα μεσημέρι πάνω απ’ το κεφάλι μας. Εδώ ήταν το σπίτι τους, το βασίλειό τους, ακόμα και τώρα που ο ήλιος έλαμπε στα φτερά τους».
Τα κελιά των μοναχών στα νότια του καθολικού είχαν μετατραπεί σε στάβλους από τους Βαβαρούς στρατιώτες:
«Στη μέση του μοναστηριού τα κελιά των καλογήρων έχουν μεταβληθεί σ’ ένα μεγάλο στάβλο, όπου οι χωροφύλακες βάζουν τ’ άλογά τους- αυτά χλιμιντρίζουν τώρα εκεί όπου άλλοτε ακούγονταν οι προσευχές των μοναχών»
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν στη Μονή Δαφνίου (ακούστε εδώ την περιγραφή του)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου